(6) 神學 Theology

“原罪 “的問題

“原罪 “的問題
福音書中 “誰犯了罪,是他還是他的父母,使他生來就瞎了?”這段經文無疑提出了這樣一個問題:把罪理解為一種普遍現象,對自然和歷史造成的所有後果,以及個人的罪,在我們個人生活中造成的後果。
誠然,人總是想解釋他周圍的現象。他為所有事情尋求 “邏輯解釋”。 因此,他需要對罪、疾病和死亡有一個合理的解釋。我想知道這些之間是否有聯繫?正如生與善是人的生命的大善,同樣,罪與死也觸及歷史的深層奧秘。而這種神秘性往往是不允許任何解釋的。這仍然是一個無法解釋的謎。我們唯一能接近的是對生命後果的邏輯解釋。
因此,當我們研究疾病及其與罪的關係時,我認為,在這裡我們需要一個超越 “解釋的邏輯 “的出發點。而這種超越只有通過接受神愛計劃中的奇跡之謎才能實現。這是一個接受 “奇跡的邏輯 “而不是 “解釋的邏輯 “的問題。
只有這樣,我們才能理解主對門徒和眾人關於瞎子病因的頑固問題的回答。他們都相信在這種疾病的背後隱藏著一些嚴重的罪惡,要麼是這個盲人自己的,要麼是他父母的。但因為他生來就是瞎子,所以這罪必須與他的父母有關。世界總是在尋找某種譴責。只有這樣,才能滿足正義的常識。它是對生活事實和人與上帝關係的法律解釋。
耶穌基督的回答讓所有人大吃一驚;”他和他的父母都沒有犯罪”。他指責每個人,並呼籲人們不要對他人進行消極的判斷,總是把責任放在沒有的地方。該呼籲是對法律邏輯的超越,走向接受和愛的邏輯。
令人震驚的是在耶穌回應的延續中:盲人的情況將證明上帝的愛的程度;”但願上帝的作為能在他身上表現出來”。當然,”神的作為 “和神的愛不是通過盲人的疾病和長期的痛苦來體現的–這些都是歷史事實,畢竟他是母親生的–而是通過基督的愛的干預和醫治。神的作為 “在神跡的事件中體現出來。我們終於被邀請看到超越因果邏輯關係的生命。當然,疾病和死亡掩蓋了人類痛苦的奧秘。但我們必須超越邪惡和罪惡的邏輯來看待生命和人,進入上帝的愛和奇跡的邏輯。在這個方向上,我們似乎對奇跡在我們生活中的作用毫無警覺。
身體上的盲目性和精神上的盲目性
今天福音書的結論是,這個盲人通過主的神跡,終於 “看見 “了。但對傳道人來說,重要的不是身體上的失明,而是靈性上的失明。這個先天性失明的人,雖然身體視力有缺陷,但卻是所有人中唯一能用靈魂的眼睛看到耶穌作為彌賽亞和救贖者的真實面目的人。盲人比視力好的人看得更清楚、更正確。在他的身上應驗了那句奇妙的:”那些沒有看見卻相信的人有福了”。
這很美妙,但經常發生的情況是,那些身體被剝奪了一些東西的人,或者被剝奪了許多物質財富的人,他們的生活質量非常高,讓健康人和富人羨慕。畢竟,在精神領域,似乎 “瞎子看得見,看得見的人是瞎子”。重要的是,你的內心大多是健康的。以呆板和絕對的方式遵守宗教規則,而對人類的不完美沒有必要的敏感和慈善,往往會導致精神上的扭曲。
文士和法利賽人,那些把自己投射為宗教一致性的 “類型 “的人,對先天性盲人的情況一無所知。他們完全沒有意識到正在發生的奇跡。他們所關心的是,安息日的假期是否因盲人的痊癒而被打破。他們堅持學術追求,堅持解釋現象的邏輯,堅持對 “什麼 “和 “如何 “的解釋,作為他們自己不理解的證據。他們確實生活在一種智力上的盲目性中。
當然,這裡並沒有出現錯誤的兩難境地:身體上的失明或靈性上的失明。這個奇跡指的是整個人,他的身體和他的靈魂。在新約聖經中,從來沒有出現過分裂性的困境。人是一個單一的統一性和整體性。
人在本體論上是一個 “身體”,因為他是一個 “靈魂”。這就是為什麼基督教中沒有將身體和靈、魂區別出來。要麼整個人參與奇跡,要麼整個人被剝奪了拯救的恩典。神化和神的國度指的是整個人和整個受造物,物質和精神。
在今天的福音經文中,有一個有趣的邀請,即以不同的方式處理身體的匱乏、疾病和罪惡。身體的疾病並不意味著有罪。正如身體健康和體格健壯並不一定意味著健康的人或生活質量。這是一種世俗的看問題的方式。在精神領域有另一種邏輯,即奇跡的邏輯。正確的健康人對世界和生活有另一種看法。他認為生命和人類事物只有在愛的運作中,在接受恩典和奇跡的事實中才能找到它們的充實。如果奇跡從我們的生活中被驅逐,那麼一切都將是黑暗的,我們屬於那些有眼無珠,有耳無心的人。
那麼,那些聽到和看到天上的信息的人就有福了。那些按照奇跡的邏輯工作,超越宗教和法利賽人的迂腐邏輯的人有福了。

Το πρόβλημα της «κληρονομικής αμαρτίας»
Η ευαγγελική περικοπή με το χωριό «ποιός αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του ώστε να γεννηθεί τυφλός;», θέτει ασφαλώς το πρόβλημα της κατανόησης της αμαρτίας, ως ενός γενικού φαινομένου με όλες τις συνέπειες επί της φύσεως και της ιστορίας και της προσωπικής αμαρτίας με τις επιπτώσεις στην ατομική μας ζωή.
Είναι αλήθεια ότι ο άνθρωπος πάντα θέλει να ερμηνεύει τα φαινόμενα γύρω του. Ζητά «λογικές εξηγήσεις» για το καθετί. Έτσι, έχει ανάγκη μιας λογικής ερμηνείας για την αμαρτία, την ασθένεια και το θάνατο. Υπάρχει άραγε κάποια σχέση μεταξύ αυτών; Όπως η γέννηση και το καλό αποτελούν ένα μεγάλο αγαθό για τη ζωή του ανθρώπου, όμοια η αμαρτία και ο θάνατος αγγίζουν το βαθύ μυστήριο της ιστορίας. Και πολλές φορές αυτό το μυστήριο δεν επιδέχεται καμιά ερμηνεία. Παραμένει ένα ανεξήγητο μυστήριο. Το μόνο που μπορούμε να προσεγγίσουμε είναι μια λογική ερμηνεία των συνεπειών για τη ζωή.
Όταν, λοιπόν, μελετούμε την ασθένεια και τη σχέση της με την αμαρτία, νομίζω, πως εδώ χρειάζεται μια αποτόλμηση για την υπέρβαση της «λογικής της ερμηνείας». Και η υπέρβαση αυτή μπορεί να είναι δυνατή μόνο με την αποδοχή του μυστηρίου του θαύματος, μέσα στο σχέδιο της θείας αγάπης. Πρόκειται για την αποδοχή της «λογικής του θαύματος» έναντι της «λογικής της ερμηνείας».
Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε τήν απάντηση του Κυρίου στο επίμονο ερώτημα των μαθητών και του λαού για την αιτία της ασθένειας του τυφλού. Όλοι πίστευαν πως πίσω από την ασθένεια αυτή κρύβεται κάποιο βαρύ αμάρτημα, του ιδίου ή των γονέων του. Επειδή, όμως, γεννήθηκε τυφλός πρέπει το αμάρτημα να σχετίζεται με τους γονείς του. Ο κόσμος ζητά πάντα κάποια καταδίκη. Μόνο έτσι ικανοποιείται το κοινό αίσθημα της δικαιοσύνης. Πρόκειται για μια νομική ερμηνεία των πραγμάτων της ζωής και της σχέσεως του άνθρωπου με το Θεό.
Η απάντηση του Ιησού Χριστού αιφνιδιάζει τους πάντες· «ούτε αυτός αμάρτησε, ούτε οι γονείς του». Απενοχοποιεί τους πάντες και καλεί τους ανθρώπους να μην είναι αρνητικοί στις κρίσεις τους για τους άλλους, επιρρίπτοντας πάντοτε ευθύνες κι εκεί που δεν υπάρχουν. Το κάλεσμα είναι για μια υπέρβαση της νομικής λογικής προς τη λογική της αποδοχής και της αγάπης.
Το συγκλονιστικό είναι στη συνέχεια της απάντησης του Ιησού: η περίπτωση του τυφλού θα αποδείξει το μέγεθος της αγάπης του Θεού· «αλλά για να φανερωθουν τα έργα του Θεού σ’ αυτόν». Και ασφαλώς τα «έργα του Θεού» και η αγάπη του Θεού δεν φανερώνονται με την ασθένεια και τη μακροχρόνια ταλαιπωρία του τυφλού -αυτά είναι ιστορι­κά δεδομένα, έτσι εξάλλου γεννήθηκε από τη μάνα του- αλλά με την άγαπητική παρέμβαση του Χριστού και με τη θεραπεία. Τα «έργα του Θεού» φανερώνονται με το γεγονός του θαύματος. Καλούμαστε, επιτέλους, να δούμε τη ζωή πέρα από τους λογικούς συσχετισμούς των αιτίων και των αποτελεσμάτων. Ασφαλώς, η ασθένεια και ο θάνατος κρύβουν το μυστήριο της οδύνης των ανθρώπων. Αλλά πρέπει να δούμε τη ζωή και τους ανθρώπους πέρα από τη λογική του κακού και της αμαρτίας, μέσα στη λογική της αγάπης του Θεού και του θαύματος. Φαίνεται πως είμαστε ανυποψίαστοι προς αυτή την κατεύθυνση, της λειτουργίας του θαύματος στη ζωή μας.
Σωματική τύφλωση και πνευματική τυφλότητα
Η κατάληξη της σημερινής ευαγγελικής περικοπής είναι ότι ο τυφλός, τελικά, διά του θαύματος του Κυρίου «ανέβλεψεν». Αλλά για τον Ευαγγελιστή δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία η σωματική τύφλωση, όσο η πνευματική τυφλότητα. Ο εκ γενετής τυφλός, αν και υστερούσε στη σωματική όραση, ήταν ο μόνος από όλους που μπόρεσε να δει με τα μάτια της ψυχής του το αληθινό πρόσωπο του Ιησού, ως Μεσσία και Λυτρωτή. Ο τυφλός είδε καλύτερα και σωστότερα από τους βλέποντες. Στο πρόσωπο του εκπληρώθηκε εκείνο το θαυμαστό, «μακάριοι αυτοι που δεν ειδαν και πιστεύσαν».
Είναι θαυμαστό, αλλά συμβαίνει πολλές φορές, ανθρώποι που έχουν κάποια σωματική στέρηση, ή στερούνται πολλών υλικών αγαθών, να έχουν μια ποιότητα ζωής πολύ υψηλή και ζηλευτή από τους υγιείς και τους πλουσίους. Φαίνεται, τελικά, ότι στον πνευματικό στίβο «οι τυφλοί βλέπουν και όσοι βλέπουν είναι τυφλοί». Αυτό που έχει σημασία είναι να είσαι κυρίως εσωτερικά υγιής. Και η εμμονή, κατά ένα τρόπο στυγνό και απόλυτο, στους θρησκευτικούς κανόνες, χωρίς την απαιτούμενη ευαισθησία και φιλανθρωπία για την ανθρώπινη ατέλεια, οδηγεί πολλές φορές σε στρεβλώσεις πνευματικές.
Οι Γραμματείς και Φαρισαίοι, οι άνθρωποι αυτοί που προβάλλονται ως «τύποι» θρησκευτικής συνέπειας, δεν αντιλαμβάνονται τίποτε από αυτό που συντελείται στη περίπτωση του εκ γενετής τυφλού. Είναι πέρα για πέρα ανυποψίαστοι για το συντελούμενο θαύμα. Αυτό μόνο που τους ενδιαφέρει είναι αν καταλύθηκε η αργία του Σαββάτου με τη θεραπεία του τυφλού. Εμμένουν σε σχολαστικές αναζητήσεις, στη λογική της ερμηνείας του φαινομένου και σε εξηγήσεις του «τί» και του «πώς», ως αποδεικτικά στοιχεία αυτού που οι ίδιοι δεν κατανοούν. Ζουν, πράγματι, σε μια πνευματική τυφλότητα.
Βέβαια, δεν τίθεται εδώ το ψευτοδίλημμα: σωματική τύφλωση ή πνευματική τυφλότητα. Το θαύμα αναφέρεται στον όλο άνθρωπο, στο σώμα του και στη ψυχή του. Ποτέ στην Καινή Διαθήκη δεν παρουσιάζονται διχαστικά διλήμματα. Ο άνθρωπος είναι ενιαία ενότητα και ολότητα.
Ο άνθρωπος είναι οντολογικά «σώμα», όπως είναι και «πνεύμα». Γι’ αυτό και δεν υπάρχει στο Χριστιανισμό διάκριση μεταξύ σώματος και ψυχής, πνεύματος και ύλης. Ή ο όλος άνθρωπος μετέχει στο θαύμα, ή όλος απέχει της σωτηριολογικής χάριτος. Η θέωση και η βασιλεία του Θεού αναφέρεται στον όλο άνθρωπο και στην καθόλου δημιουργία, υλική και πνευματική.
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή γίνεται μια ενδιαφέρουσα πρόσκληση για μια διαφορετική αντιμετώπιση της σωματικής στέρησης, της ασθένειας και της αμαρτίας. Σωματική ασθένεια δεν σημαίνει και αμαρτωλότητα. Όπως και αρτιμέλεια και σωματική ευρωστία δεν σημαίνει απαραίτητα και υγιή άνθρωπο ή ποιότητα ζωής. Αυτή είναι μια κοσμική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Στον πνευματικό χώρο υπάρχει μια άλλη λογική, εκείνη του θαύματος. Ο σωστός υγιής άνθρωπος έχει μια άλλη θέαση του κόσμου και της ζωής. Βλέπει τη ζωή και τα ανθρώπινα πράγματα να βρίσκουν την πληρότητά τους μόνο στη λειτουργία της αγάπης, στην αποδοχή της χάριτος και στο γεγονός του θαύματος. Αν το θαύμα εξοστρακισθεί από τη ζωή μας, τότε όλα είναι σκοτεινά, είμαστε από εκείνους που έχουν μάτια αλλά δεν βλέπουν και αυτιά που δεν ακούνε.
Μακάριοι, λοιπόν, οι ακούοντες και βλέποντες τα μηνύματα του ουρανού. Μακάριοι αυτοί που λειτουργούν με τη λογική του θαύματος και υπερβαίνουν τη λογική της θρησκευτικής και φαρισαϊκής σχολαστικότητας.